Ο αγαπημένος ηθοποιός μοιράζεται με τη Vwoman άγνωστες πτυχές του χαρακτήρα του και προσωπικές του ιστορίες από τη Θεσσαλονίκη που αγαπά.

Της Σοφίας Αποστολίδου

Το «Φεστιβάλ Επταπυργίου 2022» ανήκει πλέον στην ιστορία. Ο υπέροχος αυτός θεσμός που δημιούργησαν η Άννα Μυκωνίου και ο Θανάσης Κολλαλάς, μας χάρισε και φέτος μερικές από τις πιο μαγικές στιγμές τέχνης και πολιτισμού που θα μείνουν για πάντα χαραγμένες στη μνήμη μας. Μία από τις πλέον καθηλωτικές βραδιές ήταν το αφιέρωμα στους «καταραμένους ποιητές», που ήταν και στις δύο παραστάσεις sold out. Στο αναλόγιο βρέθηκε ένας από τους πιο αγαπημένους ηθοποιούς και σκηνοθέτες με ένα σπάνιο ερμηνευτικό ταλέντο, ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος. Ο ταλαντούχος ηθοποιός μίλησε για τα συναισθήματα που ένιωσε μπαίνοντας στο Επταπύργιο και μοιράστηκε με τη Vwoman όλα εκείνα που τον μάγεψαν στο εμβληματικό σημείο της πόλης μας. Μοιράστηκε ακόμα την αγαπημένη του διαδρομή στη Θεσσαλονίκη και αποκάλυψε και τι ιδιαίτερο τον συνδέει με τους Βυζαντινούς ναούς της πόλης μας.

Σας είδαμε σε έναν ρόλο εντελώς διαφορετικό, πάνω στο αναλόγιο να ερμηνεύετε ποιήματα των καταραμένων ποιητών στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Επταπυργίου. Πώς ήταν για εσάς αυτή η εμπειρία;

Αντιλαμβάνομαι τη δουλειά μου σχετιζόμενη με τα κείμενα περισσότερο από ότι ένας θεατής μπορεί να φανταστεί. Για εμένα το βασικό κομμάτι της δουλειάς μου είναι να διαβάζω κείμενα. Οι άνθρωποι έχουν συνυφασμένη την αίσθηση διαβάζω κείμενα με την απαγγελία. Εγώ έχω μια διαφορετική αίσθηση του τι σημαίνει διαβάζω κείμενα. Είναι  κάτι που με απασχολεί πολύ γιατί νιώθω ότι οι άνθρωποι δεν μαθαίνουμε να διαβάζουμε κείμενα. Η δουλειά ενός ηθοποιού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανάγνωση των κειμένων. Η σωστή ανάγνωση των κειμένων επιτρέπει και στους ρόλους να φανερώνονται και στους ηθοποιούς να ερμηνεύουν τους ρόλους καλύτερα. Επομένως αυτό που κλήθηκα να κάνω στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Επταπυργίου, δεν μοιάζει να έχει τόσο μεγάλη σχέση με αυτό που με έχει συνηθίσει ο κόσμος να κάνω, δηλαδή να παίζω ρόλους. Για εμένα ωστόσο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο  με την ουσία και τον πυρήνα της δουλειάς μου.

Τι ήταν αυτό που ανακαλύψατε μέσα από την επαφή σας με τους επονομαζόμενους «Καταραμένους Ποιητές»;

Η Άννα Μυκωνίου που είχε την επιμέλεια όλης της εκδήλωσης, είναι η υπεύθυνη του Φεστιβάλ Επταπυργίου και έχει γράψει και τα κείμενα της βραδιάς, έχει μια πολύ σοβαρή σχέση με τη λογοτεχνία και με τους συγγραφείς αυτούς. Νομίζω λοιπόν ότι κατάφερε σε πολύ μικρό χρόνο, να συμπυκνώσει μία γενναία θα τολμήσω να πω, πληροφόρηση γύρω από τη ζωή των ανθρώπων αυτών χωρίς να προσπαθήσει να φτιάξει ένα αναλόγιο ντοκιμαντέρ. Όμως ένας θεατής έφυγε γνωρίζοντας τη διαδρομή των ποιητών αυτών. Τα βασικά σημεία που τους πλήγωσαν στη ζωή τους και κάπως χαρακτήρισαν τη γραφή τους. Και αρκετούς από τους  λόγους που τους ονομάζουμε «καταραμένους», αλλά και τη συγγένεια τους. Τι είναι δηλαδή αυτό που με έναν τρόπο τους κάνει να μοιάζουν. Βασικά σημεία και της γραφής και της ζωής τους που τους εντάσσουν τελικά στο κίνημα αυτό που λέγεται «καταραμένοι ποιητές».

Τι σας άγγιξε περισσότερο ως Οδυσσέα σε σχέση με την επαφή σας με τα ποιήματα αυτά;

Το αντίθετο από αυτό που μοιάζει σε πρώτη ανάγνωση να τους χαρακτηρίζει. Η αισιοδοξία.

Δεν είναι η πρώτη φορά που έρχεστε σε στενή επαφή με τη ζωή σπουδαίων δημιουργών. Το 2017 ερμηνεύσατε μοναδικά τον σπουδαίο Νίκο Καζαντζάκη στην υπέροχη ταινία του Γιάννη Σμαραγδή. Τι κρατάτε από την ερμηνεία σας ως Νίκος Καζαντζάκης;

Κρατάω την προετοιμασία. Αυτά θα με συνοδεύουνε για πάντα. Τα χρόνια της προετοιμασίας. Για να γίνει μια ταινία περνάνε πολλά χρόνια. Από τότε που θα σου  ανατεθεί κάποιος ρόλος σε μία ταινία μπορεί να  περάσουν από 1 έως 3 χρόνια, ανάλογα με το πόσο μεγάλο είναι το project, μέχρι την υλοποίηση της. Και αυτά τα χρόνια τα πέρασα μελετώντας τον Καζαντζάκη. Αυτή η συνάντηση, η πολύ προσωπική με τον Νίκο Καζαντζάκη είναι αυτό που κρατάω.

Ποιος είναι ο ρόλος από τον οποίο μάθατε πιο πολλά για τον εαυτό σας;

Κάθε ρόλος είναι μια συνάντηση με τον εαυτό μας. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ρόλος. Είναι ο εαυτός μας που λέει όλα αυτά τα λόγια του ρόλου. Οι ρόλοι είναι αφορμές για συναντήσεις με περιοχές του εαυτού μας. Γι΄ αυτό και μας ενδιαφέρει να δούμε έναν συγκεκριμένο ηθοποιό να παίζει σε μία παράσταση. Αλλιώς αν είχαμε δει έναν ρόλο θα λέγαμε: «Το έχω δει αυτό το έργο. Τον έχω δει αυτό τον ρόλο.  Δεν θέλω να τον ξαναδώ. Δεν με νοιάζει». Αλλά βλέπουμε έναν ρόλο μέσα από τα χείλη, μέσα από το σώμα και από το στόμα ενός συγκεκριμένου ηθοποιού. Και μέσα από την ψυχή του συγκεκριμένου ανθρώπου. Γιατί θέλουμε να δούμε τον συγκεκριμένο άνθρωπο σε αυτή τη συνθήκη.

Και εμείς σας είδαμε σε μία μοναδική συνθήκη. Στο αναλόγιο της βραδιάς-αφιερώματος στους «Καταραμένους Ποιητές». Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτή τη δράση;

Περισσότερο από όλα αγαπώ τους ανθρώπους που συναντώ όταν οι προθέσεις τους είναι η αγάπη για αυτό που κάνουν. Και η  συνάντηση μου με τους ανθρώπους που επιμελήθηκαν αυτή τη βραδιά, που ονειρεύτηκαν αυτή τη βραδιά, που προσπαθούν να κάνουν κάτι διαφορετικό στην πόλη,  που με πολύ μεγάλη αγάπη, πιστέψτε με το κάνουν, ήταν μια πολύ όμορφη στιγμή. Είναι πολύ συγκινητικό να βλέπουμε ανθρώπους να προσπαθούν να αξιοποιήσουν ένα μνημείο. Να συναντηθούν με το κοινό της πόλης με έναν διαφορετικό τρόπο. Και να προτείνουν πράγματα που ένας ιδιώτης δεν θα τολμούσε να τα προτείνει. Είναι σημαντικό που αυτός ο κρατικός φορέας, το Κέντρο Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, έφερε στο κοινό κάτι το διαφορετικό, που δεν γίνεται για τα χρήματα, για μια μεγάλη είσπραξη. Είναι μια ευκαιρία. Και αυτό  είναι κάτι με συγκινεί. Αυτός είναι και ο οδηγός μου για να επιλέξω μία δουλειά. Όταν νιώθω ότι  κάποιοι άνθρωποι θέλουν κάτι με χαρά, είμαι πάντα δίπλα τους. Και στους ανθρώπους του Φεστιβάλ Επταπυργίου διέκρινα μόνο καλές προθέσεις.

Αυτός είναι  και ο τρόπος που επιλέγετε τις συνεργασίες σας; Οι καλές προθέσεις των ανθρώπων με τους οποίους θα συνεργαστείτε;

Ναι! Σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό. Εκτός από τις εργασίες που κάνω για να βιοπορίζομαι, που και πάλι πρέπει να πληρούν πολλές προϋποθέσεις ώστε μία συνεργασία να συμβεί. Και πάλι, σε αυτή την περίπτωση δεν θα μπει σαν πρώτη προτεραιότητα τα χρήματα.

Η  τελευταία σας τηλεοπτική συνεργασία ήταν στις «Άγριες Μέλισσες».  Διερωτώμαι αν η βραδιά αφιέρωμα στους καταραμένους ποιητές είναι κατά κάποιον τρόπο μία συνέχεια του ρόλου σας στην αγαπημένη σειρά, καθώς το Επταπύργιο είναι συνυφασμένο με εκείνη τη χρονική περίοδο.

Έχετε δίκιο. Η αλήθεια είναι ότι δεν ήξερα την ιστορία του. Μάλιστα, για να είμαι ειλικρινής δεν ήξερα καν ότι το Επταπύργιο είναι το Γεντί Κουλέ. Το είχα στο μυαλό μου ως δύο διαφορετικά σημεία. Και η ιστορία του Γεντί Κουλέ είναι τόσο ισχυρά χαραγμένη στο συλλογικό ασυνείδητο ενός Έλληνα. Και μόνο να καταφέρει κάποιος να κάνει τη σύνδεση με την ιστορία αυτού του μνημείου είναι πολύτιμο. Και μόνο ότι επισκέφτηκε κάποιος το χώρο με αφορμή την εκδήλωση είναι σημαντικό. Και μόνο που θα συναντηθεί κάποιος με αυτό το μνημείο και με την ιστορία του θα είναι σίγουρα μια κερδισμένη βραδιά.

Εσείς, τι νιώσατε όταν μπήκατε μέσα στο Γεντί Κουλέ;

Είναι ένας μαγικός τόπος. Ένα μαγικό μέρος. Είναι ένα σημείο που μπορείς να δεις την πόλη αυτή και να νιώσεις τυχερός αν είσαι από την Θεσσαλονίκη,για το γεγονός ότι έχεις μία τόσο ωραία πόλη. Όταν πέρασα το απόγευμα μου εκεί και είδα τον ήλιο να δύει πάνω από την πόλη αυτή, ήταν μια στιγμή μαγική, την ομορφιά της οποίας δε συνειδητοποιεί κανείς. Είστε πολύ τυχεροί που ζείτε στην Θεσσαλονίκη. Και μακάρι κάποια στιγμή η Θεσσαλονίκη να γίνει η πόλη που της αξίζει να είναι. Δεν θέλω να σας απογοητεύσω, αλλά η Θεσσαλονίκη δεν είναι η πόλη που της αξίζει να είναι. Όμως της αξίζει να γίνει. Και αν οι κάτοικοι το θέλουνε, θα τη βοηθήσουν να γίνει όπως τους αξίζει. Γιατί εγώ πιστεύω στους ανθρώπους. Και οι άνθρωποι όταν θέλουν και ονειρεύονται κάτι να το δούνε και διαλέγουν και τους ανθρώπους που θα τους βοηθήσουν θα το δούνε.

Καταλαβαίνω ότι αγαπάτε την πόλη μας πολύ. Τι αγαπάτε πιο πολύ στη Θεσσαλονίκη;

Την αγαπάω πολύ την πόλη σας. Έχω ζήσει αρκετές φορές την Άνοιξη στην πόλη σας, όταν ερχόμαστε μετά το Πάσχα για αρκετό καιρό. Έχω έρθει πάνω από 10 φορές για 1 ή 2 μήνες. Οπότε έχω καταφέρει να ζήσω την πόλη έστω για λίγο. Χειμώνα την έχω ζήσει ελάχιστα. Έχω έρθει δύο τρεις φορές. Την Άνοιξη όμως που ερχόμαστε για παραστάσεις, μένουμε 4 με 5 εβδομάδες.. Αυτό που αγαπώ είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με αυτή την πόλη της Θεσσαλονίκης και είναι οι εκκλησίες της. Δεν είμαι ιδιαίτερα θρήσκος. Αλλά με συγκινεί η πίστη και οι τόποι λατρείας πολύ. Από όποια ιδεολογία και αν προέρχονται. Η Θεσσαλονίκη όμως την περίοδο πριν το Πάσχα έχει κάτι μαγικό σε σχέση με όλες αυτές τις εκκλήσεις. Οι βόλτες λοιπόν που έχω κάνει μια Άνοιξη που ήρθα νωρίτερα, τον Μάρτιο, έζησα την πρό Πάσχα εποχή στη Θεσσαλονίκη και  περπατούσα τις Παρασκευές και πήγαινα στους χαιρετισμούς, για να είμαι σε μέρη που τραγουδούσαν ζωντανά, έψελναν ζωντανά μέσα στις εκκλησίες, ήταν κάτι μαγικό για εμένα. Και όλη μου η βόλτα αυτή την εποχή, που η Θεσσαλονίκη είναι  γεμάτη από φοιτητές στους πεζόδρομους και μέσα στο ιστορικό κέντρο της πόλης και η κατάληξη στο λιμάνι, είναι από τα πιο μαγικά πράγματα που έχω να θυμάμαι από την Θεσσαλονίκη αυτή και με μεγάλη χαρά και νοσταλγία επισκέπτομαι την πόλη αυτή.

ΙΝFO:

Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος ήταν στο αναλόγιο δύο συναρπαστικών βραδιών ποίησης, που πραγματοποιήθηκαν στις 18 και 19 Ιουλίου από το Κέντρο Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.

Η Άννα Μυκωνίου, η πρόεδρος του Κέντρο Πολιτισμού ήταν εκείνη που εμπνεύστηκε και δημιούργησε αυτό το υπέροχο αφιέρωμα στους καταραμένους ποιητές. Με αφορμή στις δύο sold out βραδιές, μοιράστηκε με τη Vwoman το πώς εμπνεύστηκε αυτές τις μαγικές βραδιές ποίησης και αποκαλύπτει όλα όσα δεν γνωρίζουμε για τους «καταραμένους ποιητές».

Στις 18 και 19 Ιουλίου μας παρουσιάσατε μια περιπλάνηση στο γοητευτικό και τόσο ατμοσφαιρικό ποιητικό σύμπαν των «καταραμένων ποιητών». Πρόκειται για μία βραδιά, η υλοποίηση της οποίας σας ανήκει, καθώς, ούσα και κάτοχος διδακτορικού τίτλου σπουδών στην ποίηση, έχετε αναλάβει τα κείμενα και τη λογοτεχνική επιμέλεια. Πώς γεννήθηκε η ιδέα για αυτή τη βραδιά;

Προέκυψε από μια εσωτερική ανάγκη. Είχα αφήσει φαίνεται ανοιχτούς λογαριασμούς μαζί τους, από την εφηβεία μου. Η ποίηση ήταν πάντα το συναισθηματικό μου αποκούμπι και μέσα στους στίχους του Ρεμπώ, Βερλαίν, Μπωντλαίρ Καρυωτάκη βρήκα πολλές αλήθειες αλλά και πολύ πόνο, όταν τους πρωτοδιάβασα στα νιάτα μου. Τα χρόνια πέρασαν, συχνά ανατρέχω στους στίχους τους αλλά ήρθε η ώρα να αναμετρηθώ μαζί τους. Σε αυτή την ιδιαίτερη βραδιά, με τα 20 μελοποιημένα, που η ποίηση είχε τον πρώτο λόγο επιχειρήσαμε μια περιπλάνηση στο ποιητικό τους σύμπαν. Προσπαθήσαμε να κατανοήσουμε γιατί τόσος  πόνος στην τέχνη τους και ίσως να αποκωδικοποιήσουμε και να ξορκίσουμε την κατάρα τους.

Τι είναι εκείνο που δεν γνωρίζουμε και θα έπρεπε να μάθουμε για τους καταραμένους ποιητές;

Ο όρος καταραμένοι ποιητές γεννήθηκε για να περιγράψει μια συγκεκριμένη γενιά, αυτούς που έζησαν τον 19ο  και ως τα μισά του 20ου αιώνα, αυτούς που βρήκαν καταφύγιο στο αλκοόλ, τα ναρκωτικά, την τρέλα, την αυτοκτονία. Συνήθως σε ένα κίνημα, σε ένα ρεύμα λογοτεχνικό οι ομοιότητες ξεκινούν και τελειώνουν στα κείμενα των δημιουργών. Στους καταραμένους ποιητές εμπλέκονται  και οι ταραγμένες ζωές τους και τα τρικυμιώδη πάθη τους, μέσα σε μια ζύμωση εκρηκτική που καθηλώνει με τους συμβολισμούς της

Τι είναι εκείνο που κάνει την ποίηση τους τόσο σαγηνευτική;

Ο Έντγκαρ Άλαν Πόε, «καταραμένος» και αυτός έγραψε: Η ποίηση είναι σκέψεις που αναπνέουν και λέξεις που καίνε. Αυτή είναι η γοητεία του έργου τους, το πάθος, η ένταση, η δύναμη, οι πικρές αλήθειες.

Ποιος είναι ο κυριότερος λόγος που πιστεύετε ότι αγάπησε τόσο το κοινό τις δύο υπέροχες αυτές βραδιές ποίησης, ώστε να γίνουν sold out;

Ήταν μια μυσταγωγία που τους βοηθήσει να ξεκλειδώσουν το σύμπαν των «καταραμένων» ποιητών. Ποίηση, αφήγηση, απαγγελία και εικόνα που συνέθεσαν ένα γοητευτικό σκηνικό που ελπίζω πως δημιούργησε συναισθήματα και σκέψεις.