Ο αγαπημένος παραγωγός, ηθοποιός και συγγραφέας, με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του «Τα Backstage του Ελληνικού Σινεμά» μοιράζεται με τη Vwoman άγνωστες ιστορίες πίσω από τις κάμερες και τα φώτα.

Της Σοφίας Αποστολίδου

Ποιός από εμάς δεν αγαπά τις παλιές, ελληνικές ταινίες. Μπορεί πολλές από αυτές να μην έχουν χρώματα. Είναι όμως γεμάτες αναμνήσεις και αρώματα που κάνουν την καρδιά να χτυπά δυνατά. Οι περισσότεροι νομίζουμε ότι ξέρουμε τα πάντα για αυτές: τις ιστορίες, τις  ατάκες, τους πρωταγωνιστές. Υπάρχουν όμως πολλά  Backstage του Ελληνικού Σινεμά που μέχρι σήμερα έμεναν πίσω από τα φώτα. Κάποια από αυτά είναι συγκινητικά. Κάποια πιπεράτα. Κάποια ζουμερά. Όλα τα Backstage αυτά τα συνέλεξε ένας άνθρωπος που έχει κάνει σκοπό της ζωής του, να βάζει λίγη από τη μαγεία του Ελληνικού Σινεμά και στη δική μας ζωή, ο Μάκης Δελαπόρτας και τα παρουσιάζει σε ένα υπέροχο βιβλίο που θα μπορούσε να διδάσκεται στις σχολές της τέχνης , καθώς είναι ένα ταξίδι  στο χώρο της 7ης τέχνης. Εκτός από τα Backstage, το βιβλίο κάνει μία αναδρομή στο χώρο του σινεμά. Μιλάει για την πρώτη ταινία που γυρίστηκε στη χώρα μας, την Άνοιξη του 1897.  Με αφορμή την επίσημη παρουσίαση του βιβλίου «Tα Backstage του Ελληνικού Σινεμά» που έλαβε χώρα στο Regency Casino Thessaloniki, ο Μάκης Δελαπόρτας μοιράστηκε με τη woman άγνωστες ιστορίες του Ελληνικού Σινεμά. Όπως, πώς ξεκίνησε το ταξίδι της η Μάρθα Καραγιάννη και πώς κατάφερε να παίξει με τον έρωτα της ζωής της. Ποια ταινία γυρίστηκε δύο φορές γιατί ο πρωταγωνιστής δεν ταίριαζε με την Αλίκη Βουγιουκλάκη; Τι έκανε η Γεωργία Βασιλειάδου και ανάγκασε τον Φίνο να αναφωνήσει «Γεωργία θα με καταστρέψεις»;  Το μόνο σίγουρο είναι ότι το υπέροχο βιβλίο του Μάκη Δελαπόρτα «Tα Backstage του Ελληνικού Σινεμά», υπόσχεται να βάλει στη ζωή μας κάτι από τη μαγεία του Ελληνικού σινεμά.

Το βιβλίο σας, εκτός από άγνωστες ιστορίες από τα παρασκήνια, αναφέρει και το πως ξεκίνησαν το υπέροχο ταξίδι τους αγαπημένοι ηθοποιοί. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση το Backstage που αφορά στην υπέροχη Μάρθα Καραγιάννη. Έγινε ηθοποιός για να παίξει με τον έρωτα της ζωής της;

Για τον Αλέκο Αλεξανδράκη μιλάμε. Ο οποίος σφράγισε με την παρουσία του τη δεκαετία του ’50 καθώς ήταν ο πρώτος Έλληνας «Ζεν πρεμιέ».  Και ήτανε το απόλυτο είδωλο για όλα τα κορίτσια του γυμνασίου εκείνη την εποχή και φυσικά για τη νεαρή τότε Μάρθα Καραγιάννη, η οποία βρέθηκε να παίζει σε μια ταινία με το είδωλο της, τον Αλέκο Αλεξανδράκη. Αφού όταν ήταν μικρή, όπως έχει πει η ίδια η Μάρθα στην προσευχή της έλεγε: «Θεούλη μου, να έχεις καλά τον μπαμπά μου, τη μαμά μου και τον Αλέκο Αλεξανδράκη».

Στο βιβλίο σας περιγράφετε τον υπέροχο τρόπο που έγινε η πρώτη αυτή συνάντηση και πώς τελικά η Μάρθα Καραγιάννη βρέθηκε να συμπρωταγωνιστεί με το είδωλό της.

Όλα αυτά που έχω γράψει στο βιβλίο μου, είναι 121 ιστορίες για τον Ελληνικό κινηματογράφο και για το Backstage, είναι οι περισσότερες αφηγήσεις των ίδιων των ηθοποιών, που έγιναν οι περισσότεροι άνθρωποι δικοί μου, φίλοι μου, συνεργάτες μου, πολύ δικοί μου άνθρωποι. Θυμάμαι από παιδί, γιατί στο θέατρο βρέθηκα από τα 17 μου χρόνια, στα καμαρίνια, στα σπίτια αγαπημένων ηθοποιών, γιατί ως μικρό με έπαιρναν μαζί τους. Άκουγα λοιπόν όλες αυτές τις ιστορίες. Τις ιστορίες αυτές τις ανασκάλεψα τώρα, με αφορμή τον εγκλεισμό, που μείναμε στα σπίτια μας και είπα θα γράψω ένα βιβλίο με όλες αυτές τις ιστορίες. Και έτσι γεννήθηκε αυτό το βιβλίο. Εμπεριέχει ιστορίες πίσω από την κάμερα που ο πολύς κόσμος δεν τις γνωρίζει. Πίσω από αυτές τις ταινίες και τις σκηνές υπήρχαν και κάποιες άλλες σκηνές. Υπήρχε μία άλλη ταινία που γυριζόταν στα παρασκήνια. Με όλες τις πρόβες, τις προετοιμασίες, τους τσακωμούς, τους έρωτες όλων εκείνων των σπουδαίων ηθοποιών που λίγο πριν μεταμορφωθούν σε θρυλικά πρόσωπα ήταν απλοί άνθρωποι.

Instagram/makisdelaportas

Δεν θεωρώ καθόλου τυχαίο ότι οι άνθρωποι αυτοί, τα «ιερά τέρατα του Ελληνικού Κινηματογράφου», όπως είθισται να τους λέμε, σας εμπιστεύτηκαν τις ιστορίες τους.

Νομίζω ότι το βραβείο μου είναι αυτό. Δεν θέλω κάτι άλλο. Όλη αυτή η εμπιστοσύνη είναι ένα βραβείο για εμένα. Ένα βραβείο ζωής. Εγώ βρέθηκα δίπλα σε όλους εκείνους τους σπουδαίους. Εκείνοι είδαν κάτι σε εμένα. Με πίστεψαν. Αν θέλετε και στο ταλέντο μου, αν θέλετε και το συγγραφικό. Βέβαια γιατί για το  το πόσο καλός βιογράφος ή συγγραφέας είμαι, αυτό θα το δείξει η ιστορία. Έχω ξεπεράσει τα 50 βιβλία πια. Που αυτό κάτι σημαίνει. Εμπιστοσύνη πάνω από όλα. Γιατί έχω βιογραφήσει τους περισσότερους από τους σπουδαίους Έλληνες ηθοποιούς και του κινηματογράφου και του θεάτρου.

Ποιο ήταν το έναυσμα για να ασχοληθείτε με τη συγγραφή των βιογραφιών και των βιβλίων που αφορούν στον Ελληνικό κινηματογράφο;

Πρώτη το είδε σε εμένα η Αλίκη Βουγιουκλάκη, πριν από όλους. Είχε δει γραπτά μου, αλλά και την τρέλα που είχα για την έρευνα. Μου άρεσε να ερευνώ, να συλλέγω αφίσες, φωτογραφίες. Και μου είπε «εσύ μπορείς να γράψεις. Μπορείς να κάνεις μια βιογραφία με τον τρόπο που εσύ ξέρεις να κάνεις.» Και έτσι έγινε η δική της βιογραφία. Η πρώτη και ακολούθησαν όλες οι επόμενες.

Πριν σας το προτείνει η ίδια η Αλίκη Βουγιουκλάκη δεν το είχατε σκεφτεί εσείς ποτέ;

Όχι, ποτέ! Που να τολμήσεις να πεις στην Αλίκη Βουγιουκλάκη, θέλω να γράψω τη βιογραφία σου. Και για πολλά βιβλία ακόμα δεν τολμούσα να προτείνω. Αλλά όταν σε αγγίζει με το μαγικό της ραβδάκι η καλή σου νεράιδα, ε τότε πολλά πράγματα αλλάζουν στη ζωή. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη ήταν η καλή μου νεράιδα που πάντα θα της χρωστάω.

Από την φαντασμαγορική παράσταση του Μάκη Δελαπόρτα : “Η κυρία Επιθεώρηση” στο Θέατρο Βεργίνα.

Στον πρόλογο του βιβλίου σας μιλάτε για ιστορίες που σας έκαναν να γελάσετε, να δακρύσετε, να απορήσετε πως το κατόρθωσαν. Αναφέρετε επίσης ποια ταινία γυρίστηκε δύο φορές;

Αυτό ήταν για το «Κλωτσοσκούφι» το οποίο αρχικά γυρίστηκε με τον Μιχάλη Νικολινάκο, έναν «ζεν πρεμιέ» της εποχής, αλλά όταν είδαν την ταινία είπαν ότι ο Νικολινάκος δεν ταίριαζε με την Αλίκη και έτσι η ταινία γυρίστηκε από την αρχή. Καταλαβαίνετε ότι αυτό τώρα δεν μπορεί να το κάνει κάποιος σημερινός παραγωγός, αλλά ο Φίνος ήταν μια ειδική περίπτωση. Υπήρχε ένα μεράκι και δεν τον ονόμασαν τυχαία «Πατριάρχη του Ελληνικού Κινηματογράφου». Φίνος νομίζω ότι δεν θα περάσει. Τουλάχιστον για τα επόμενα 50 χρόνια.

Είστε αισιόδοξος ότι θα ζήσουμε ξανά λαμπρές στιγμές στον Ελληνικό Κινηματογράφο;

Ζούμε και σήμερα κάποιες λαμπρές στιγμές.. Αλλά είναι κάποιες. Δεν είναι αυτό που ήταν τότε. Προφανώς έχει αλλάξει η εποχή. Γιατί ταλέντα υπάρχουν. Ωραίοι και καλοί ηθοποιοί υπάρχουν. Όμως έχει αλλάξει η εποχή. Τα social media. Όλος αυτός ο καταιγισμός ειδήσεων και προσώπων που αισθάνονται ότι με 50 like είναι ήδη star. Ζούμε μια fake εποχή και έτσι είναι δύσκολο να μυθοποιηθεί κάποιος και να δημιουργηθεί ένας αληθινός star.

Δράττοντας της ευκαιρίας αυτού που γράφετε στον πρόλογο του βιβλίου σας, θα ήθελα να σας ρωτήσω ποια ιστορία σας έκανε να γελάσετε πιο πολύ;

Έχω πάρα πολλές ιστορίες που με έκαναν να γελάσω. Ιδίως όταν τις άκουγα από το στόμα αυτών των σπουδαίων ηθοποιών, γελούσα πραγματικά τόσο πολύ. Αυτή η ιστορία που μου έκανε πιο εντύπωση ήταν της Γεωργίας Βασιλειάδου, την οποία γνωρίσαμε ως περσόνα μεγάλη. Η καριέρα της ξεκίνησε μετά τα 60, που σημαίνει μετά τη σύνταξη της. Αυτό σημαίνει πάρα πολλά. Δίνει ένα μήνυμα στον κόσμο ότι η ζωή κρύβει πολλά και ότι μπορούμε να κατακτήσουμε το όνειρο μας ακόμα και σε μεγάλη ηλικία. Υποδυόταν την άσχημη του Ελληνικού Κινηματογράφου, όμως στη ζωή της ήταν μια φιλάρεσκη γυναίκα. Υπήρξε όμορφη. Και μία μέρα που πήγε στον Φίνο για να υπογράψει το συμβόλαιο για την ταινία «Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο κοντός» του πήγε ως φιγουρίνι. Ντυμένη, σενιαρισμένη , φορώντας ένα καπέλο, μακιγιαρισμένη. Και της είπε ο Φίνος: «Γεωργία μου, έτσι κυκλοφορείς στον κόσμο». Εκείνη του απάντησε «Ναι». Και γυρνάει και της λέει ο Φίνος «Μην το ξανακάνεις σε παρακαλώ γιατί θα με καταστρέψεις. Ο κόσμος σε θέλει κάπως αλλιώς.» Και γυρνάει και του απαντάει. «Ε, τι να κάνω, βάλτα με  την ομορφάδα μου. Φταίει ο Θεός που με έκανε όμορφη».

Η ιστορία που σας έκανε να δακρύσετε, ποια ήταν;

Ήταν η ιστορία του Θανάση Βέγγου. Ο Θανάσης Βέγγος ήταν ένας πολύ καλός ηθοποιός και ήταν τελειομανής. Γυρίζοντας τις  δικές του ταινίες και δημιουργώντας τη δική  του εταιρεία παραγωγής έπεσε έξω. Και έχω μέσα στο βιβλίο και τη σκηνή που κατεβάζει την ταμπέλα της εταιρείας του «Θ.Β. Ταινίες Γέλιου Θανάσης Βέγγος». Είναι μια πολύ συγκινητική  στιγμή γιατί κατεβάζει την ταμπέλα από την εταιρεία του. Και τα χρέη αυτά που δημιουργήθηκαν τότε τον κατέτρεχαν αν θέλετε σε όλη την πορεία του. Οπότε ήταν λίγο θλιβερό που ο Βέγγος σχεδόν μέχρι το τέλος ξεχρέωνε τα δάνεια. Αυτό ήταν μια από τις θλιβερές ιστορίες.

Ποια ιστορία σας έκανε να απορήσετε «Πώς το κατόρθωσαν τελικά»;

Είναι εκείνες οι ιστορίες που γυρίστηκαν στις αρχές του 20-ου αιώνα. Οι πρώτες ταινίες που γυρίστηκαν στην Ελλάδα που οι άνθρωποι δεν είχαν τα μέσα, αλλά είχαν την αγάπη και το μεράκι. Εκεί απόρησα πώς τα κατάφερναν οι άνθρωποι αυτοί, μέχρι να μπει ο Φίνος και να απογειώσει την 7η τέχνη στην Ελλάδα.

Όλο αυτό το κεφάλαιο που έχετε ως προϊστορία του Ελληνικού Κινηματογράφου, θα μου επιτρέψετε να πω, ότι θα έπρεπε κανονικά να διδάσκετε στις σχολές του Ελληνικού Κινηματογράφου, γιατί γράφετε μεταξύ άλλων ποια ήταν η ταινία που προβλήθηκε στα τέλη του 1800, μέχρι το 1915 που προβλήθηκε η δεύτερη ταινία. Η προσπάθεια που έγινε να γυριστεί η πρώτη ταινία. Η ταινία που γυρίστηκε με θέμα τον «Γολγοθά» του Ιησού και όλα τα ευτράπελα που έγιναν σε αυτή.

Οι άνθρωποι, ιδίως στην επαρχία, χρειάστηκε χρόνος μέχρι να συνειδητοποιήσουν τι εστί κινηματογράφος. ‘Έβλεπαν ξαφνικά ένα άσπρο πανί και πάνω σε αυτό να τρέχει ένα αυτοκίνητο, να κινείται πάνω τους και οι άνθρωποι έτρεχαν έντρομοι να μην τους πατήσει το αυτοκίνητο και να διαλύονται έντρομοι.

Μου έκαναν εντύπωση οι ιστορίες που αφορούσαν στον σπουδαίο Μάνο Χατζηδάκη. Ποια ιστορία από τον σπουδαίο Έλληνα μουσικοσυνθέτη ξεχωρίζετε.

Ο Μάνος Χατζηδάκις δεν ξέρω αν αγάπησε βαθιά τον Ελληνικό Κινηματογράφο. Είχα την χαρά και την ευτυχία να κάνω soundtrack με τον Μάνο Χατζηδάκι και αυτός ο άνθρωπος να βάλει την υπογραφή του στα δικά μου soundtrack τότε. Υπήρξε ένας από τους μάγους και τους ήρωες των παιδικών μου χρόνων ο Μάνος Χατζηδάκις. Μεγάλωσα ακούγοντας Μάνο Χατζηδάκι. Επομένως με μάγευε πάντα. Και όταν έμαθα ότι το «Γαρύφαλλο στο αυτί», το έγραψε μέσα στο ταξί πάνω σε ένα πακέτο τσιγάρα πηγαίνοντας στο στούντιο για να το ηχογραφήσει, ενώ δεν το είχε γράψει  πριν, εξεπλάγην. Σκέφτηκα, κοίτα να δεις, αυτό το τραγούδι που το τραγουδάμε πάνω από 60 χρόνια, γράφτηκε, έτσι. Αυτό αποδεικνύει πόσο τεράστιο ταλέντο ήταν.

INFO:

Το βιβλίο του Μάκη Δελαπόρτα “Τα backstage του Ελληνικού Σινεμά” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγκυρα.

Ανακαλύψτε και  τα υπόλοιπα βιβλία που έχει γράψει ο αγαπημένος Μάκης Δελαπόρτας ΕΔΩ