H διευθύντρια του Ολυμπιακού Μουσείου Θεσσαλονίκης, αρχιτέκτων και διδάκτωρ στην Ανάδειξη Μνημείων Πολιτισμού μιλάει στη Vwoman για το  διεθνώς αναγνωρισμένο Ολυμπιακό Μουσείο Θεσσαλονίκης, αλλά και για το πως αντιμετωπίζει τις προκλήσεις που βιώνει ως  σύγχρονη γυναίκα

Της Σοφίας Αποστολίδου

Για την Κυριακή Ουδατζή η αρχιτεκτονική ήταν ένας έρωτας που γεννήθηκε μέσα από την ανάγκη της για δημιουργία.Παράλληλα, η αρχαιολογία ήταν πάντα η μεγάλη της αγάπη.Κατάφερε να συνδυάσει και τα δύο μέσω των μεταπτυχιακών και διδακτορικών της σπουδών στην Ανάδειξη Μνημείων. Τα έργα αστικού σχεδιασμού αποτελούν για τη διευθύντρια του Ολυμπιακού Μουσείου πάντα μία μεγάλη πρόκληση. Πρόσφατο έργο της υπήρξε η ανάπλαση του 1ου προβλήτα του λιμανιού Θεσσαλονίκης. Όμως το πάθος της  Κυριακής  Ουδατζή είναι οι μουσειογραφικές μελέτες Μουσείων. 

Το Ολυμπιακό Μουσείο μπήκε στη ζωή της διευθύντριας του,το 2005 όταν ανέλαβε  αρχικά την ”Έκθεση Ναυταθλητισμού” και στην συνέχεια τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του νέου -σημερινού- κτιρίου. Έκτοτε  το Ολυμπιακό Μουσείο έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στη ζωή της. Μέσα από στοχευμένες δράσεις της κατάφερε το Μουσείο να αναγνωριστεί  επισήμως  ως Ολυμπιακό από τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή, αλλά και να  θεσπίσει  το ”Olympic Day Run” –τον μοναδικό διεθνώς αναγνωρισμένο Ολυμπιακό Αγώνα δρόμου στην Ελλάδα. Ο λόγος που μας προσκαλεί να επισκεφτούμε το Ολυμπιακό Μουσείο είναι η μοναδική στον κόσμο Ολυμπιακή συλλογή με σπάνια ιστορικά τεκμήρια.

Το πάθος και η τόλμη είναι ο τρόπος που αντιδρά στην έμφυλη διάκριση και τις προκλήσεις που βιώνει ως σύγχρονη γυναίκα.Είναι όμως αισιόδοξη πως οι γυναίκες θα καταφέρουμε να ανατρέψουμε τα στερεότυπα και να δημιουργήσουμε υγιείς βάσεις για μια πιο δίκαιη  για εμάς κοινωνία.

Είστε αρχιτέκτων με ειδίκευση στην «Ανάδειξη Μνημείων Πολιτισμού», πώς γεννήθηκε η επιθυμία να σπουδάσετε αρχιτεκτονική και τι αγαπάτε περισσότερο σε αυτήν;

Η αρχιτεκτονική για εμένα είναι μια μαγική σύμπραξη τέχνης και επιστήμης, ένας μεγάλος έρωτας που γεννήθηκε μέσα από την αγάπη κάθε μορφής τέχνης και την ανάγκη δημιουργίας. Αρχικά στόχευα σε συνδυασμό αρχιτεκτονικών και αρχαιολογικών προπτυχιακών σπουδών, συνδυάζοντας τελικά τις δύο επιστήμες σε επίπεδο Μεταπτυχιακών και Διδακτορικών Σπουδών (PhD και Msc, Ανάδειξη Μνημείων Πολιτισμού). Επαγγελματικά επικεντρώθηκα στο σχεδιασμό νέων χρήσεων και σύγχρονης αρχιτεκτονικής κτιρίων σε υφιστάμενους ιστορικούς τόπους αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Ο αστικός σχεδιασμός είναι δημόσια τέχνη, που αποτελεί τμήμα της ιστορίας ενός αστικού τοπίου και της πολιτισμικής εξέλιξης της συλλογικής μνήμης. Ως εκ τούτου, τόσο η αρχιτεκτονική όσο και ο αστικός σχεδιασμός είναι για εμένα πηγές έκφρασης και ανεξάντλητης δημιουργίας, χαρακτηριστικά που αποπνέουν ζωή και συνεχή ανατροφοδότηση.

Παράλληλο αλλά συναφές αντικείμενο μελέτης είναι και το πάθος μου για τα Μουσεία, που με οδήγησε σε νέα Μεταπτυχιακού επιπέδου εξειδίκευση (ΜΑ) και παράλληλη επαγγελματική πορεία, καθώς ασχολήθηκα με μουσειολογικές και μουσειογραφικές μελέτες Μουσείων, μεταξύ των οποίων και το Ολυμπιακό Μουσείο.

Πότε και πώς μπήκε στη ζωή σας το Ολυμπιακό Μουσείο;

Εργαζόμουν στο Αρχαιολογικό Μουσείο όταν ανέλαβα την 2η κατά σειρά έκθεση του τότε ”Μουσείου Αθλητισμού”. Ο νεοιδρυθείς φορέας -με ότι συνεπάγεται σε επίπεδο οργάνωσης και τρόπου λειτουργίας- ήταν πρόκληση για μια νέα επαγγελματία, οπότε με χαρά ανέλαβα την ”Έκθεση Ναυταθλητισμού”. Λίγο αργότερα, μετά από απαίτηση μετεγκατάστασης του Μουσείου, ανέλαβα και τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του νέου -σημερινού- κτιρίου. Το παρέδωσα -με την ιδιότητα του αρχιτέκτονα- το 2004, και λίγους μήνες μετά μου προτάθηκε από τη Διοίκηση να αναλάβω τον ρόλο της Διευθύντριας.

Έτσι, από τον Μάιο του 2005 μέχρι και σήμερα, το Μουσείο παίζει κύριο και πρωταγωνιστικό ρόλο στη ζωή μου, αφού η εξέλιξη του φορέα γρήγορα εξελίχθηκε σε προσωπικό στόχο. Αρχής γενομένης από τη συμβολή μου στην ίδρυση του Παγκοσμίου Δικτύου Ολυμπιακών Μουσείων (Λοζάνη, 2006) ακολούθησε ο στόχος αλλαγής πολιτικής και αναγνώρισής του από την Ελληνική και τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή ως ”Ολυμπιακό Μουσείο” (2008) αλλά και πολλές άλλες διεθνείς διακρίσεις. Το όραμά μου για το Μουσείο οδήγησε -στην επέτειο των 10 ετών λειτουργίας του ως ”Ολυμπιακό”- σε εξωσυμβατικές για τα ελληνικά δεδομένα, διεθνούς εμβέλειας δράσεις εξωστρέφειας, σημαντικότερη των οποίων το ”Olympic Day Run” -μοναδικός Ολυμπιακός Αγώνα δρόμου στην Ελλάδα που φέρει το πλέον αναγνωρίσιμο διεθνώς brandname, τους Ολυμπιακούς κύκλους. Ένα θεσμός για την πόλη αλλά και μέσο ανάδειξης της χώρας μας στον παγκόσμιο Ολυμπιακό και τουριστικό χάρτη, αφού ο διοργανωτής θεσμικός φορέας, συνδυάζει δύο δυνατά εργαλεία προώθησης σημαντικών μορφών εναλλακτικού τουρισμού, του μουσειακού και του αθλητικού.

Τι είναι εκείνο που σας δίνει περισσότερη χαρά ως διευθύντρια του Ολυμπιακού Μουσείου και για ποιον λόγο θα προσκαλούσατε κάποιον να το επισκεφτεί;

Το Ολυμπιακό Μουσείο κατάφερε σε μία μόνον δεκαετία, χωρίς καμία κρατική οικονομική στήριξη να εξελίσσεται αλματωδώς, να είναι διεθνώς γνωστό και αναγνωρισμένο. Δεν είναι τυχαίο που σε τέσσερα μόλις έτη επίσημης λειτουργίας αναγνωρίστηκε από την Δ.Ο.Ε. η σημασία του στο Ολυμπιακό κίνημα και έτσι μετονομάστηκε σε ”Ολυμπιακό Μουσείο”. Σε ελάχιστο χρόνο αλλά με τεράστια προσπάθεια, το Μουσείο δημιούργησε μια μοναδική στον κόσμο Ολυμπιακή συλλογή με σπάνια ιστορικά τεκμήρια.

Χάρη στην αναγνώριση, την αγάπη και την πολύτιμη βοήθεια Ολυμπιονικών και αθλητών, καταφέραμε να εκθέτουμε μοναδικής αξίας προσωπικά αντικείμενα των σύγχρονων ηρώων μας. Το Ολυμπιακό Μουσείο συλλέγει, συντηρεί και εκθέτει σπάνια τεκμήρια της εθνικής πολιτιστικής κληρονομιάς, για αυτό και προσκαλώ όλους όσους θέλουν να γνωρίσουν την πλούσια Ολυμπιακή μας ιστορία αλλά και προσωπικές ιστορίες των αθλητών μας, να το επισκεφτούν για να ζήσουν βιωματικά, μια αξέχαστη Ολυμπιακή εμπειρία.

Με ποιον τρόπο καταφέρνετε και ανταπεξέρχεστε στην πολλαπλότητα των ρόλων στους οποίους οι σύγχρονες γυναίκες καλούμαστε να υπηρετήσουμε;

Η εγγενής ανάγκη για δράση και δημιουργία, και το πάθος για κατάκτηση των στόχων που δεν σταματώ να μου (ανα)θέτω, μου χαρίζουν πληρότητα, ψυχική ηρεμία και δύναμη να ανταπεξέρχομαι σε παράλληλους ρόλους. Όμως, ελάχιστα θα επιτύγχανα χωρίς την αγάπη της οικογένειας, που σταθερά με στηρίζει από τα πρώτα μου βήματα, σε πρακτικό μα κυρίως συναισθηματικό επίπεδο.

Ως σύγχρονη γυναίκα, δυστυχώς, εκτός από τη χαρά της δημιουργίας και της επίτευξης νέων στόχων, αντιμετωπίζω και πολλές εξωγενείς δυσκολίες. Παρά τα θετικά μηνύματα αναφορικά με το ρόλο της γυναίκας στη δυτική κοινωνία, φοβάμαι πως είναι μακριά ο στόχος της ισοτιμίας και δικαιοσύνης. Από το εργοτάξιο -ως γυναίκα μηχανικός- μέχρι τις ανώτερες διοικητικές θέσεις που έχω λάβει, δεν σταματώ να βιώνω άλλοτε απροκάλυπτη και άλλοτε ασυναίσθητη συγκεκαλυμμένη αδικία ή αποκλεισμό, λεκτική ή συμπεριφορική απαξία, ακόμα και ψυχολογική ”βία”. Όλη αυτή η εμφανής ή αφανής αδικία που βιώνει μια σύγχρονη γυναίκα, παρά την ψευδεπίγραφη ισότητα που ευαγγελίζεται η κοινωνία μας, μεταφράζεται σε πολλαπλάσιες -σε σχέση με το άλλο φύλο- ώρες δουλειάς και προσπάθειας απόδειξης της αξίας μας. Μεταφράζεται όμως και σε πάθος και τόλμη, γιατί είναι οι δυσκολίες που με κάνουν δυνατή και σίγουρη ότι συν τω χρόνω θα καταφέρουμε να ανατρέψουμε στερεότυπα και να δημιουργήσουμε υγιείς βάσεις για μια πιο δίκαιη κοινωνία.