H διευθύνουσα σύμβουλος της Lavris, που μεταξύ άλλων έφερε στη χώρα μας τη Lady Gaga, τον Woody Allen και τον Jeremy Irons και δημιούργησε το μαγικό «Νήμα», με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου, τη Μαίρη Κατράντζου και τον  Russell Maliphant, με αφορμή τη σημερινή πρεμιέρα της μεγαλειώδους παράστασης- αποκαλύπτεται στη Vwoman.

Της Σοφίας Αποστολίδου

Είναι κάποιοι άνθρωποι που είναι αδύνατον να μην σε μαγέψουν από την πρώτη στιγμή, με την ευγένεια, τη γλυκύτητα και την απλότητα τους και τη σπουδαία πορεία τους. Μία από αυτούς τους ανθρώπους είναι η Georgia Ηλιοπούλου, η οποία αν και διαθέτει αξιοζήλευτες σπουδές στη νομική στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης, αποφάσισε να ασχοληθεί με αυτό που την κάνει ευτυχισμένη: την τέχνη. Χάρη στη Georgia Ηλιοπούλου απολαύσαμε στην Ελλάδα τη Lady Gaga, τον Jeremy Irons, τον Roberto Benini και πολλούς ακόμα παγκοσμίου φήμης καλλιτέχνες. Το πιο σημαντικό της όμως επίτευγμα είναι ότι χάρη σε εκείνη η Ελλάδα βρέθηκε και πάλι στο προσκήνιο και όλα τα διεθνή μέσα υποκλίθηκαν στο μεγαλείο των Ελληνικών χορών, καθώς ήταν εκείνη  που γέννησε στο μυαλό της το «Νήμα», μια συγκλονιστική χορευτική παράσταση που αποτελεί μία σαγηνευτική διαδρομή στο παρελθόν και στο παρόν της χώρας μας, αρχής γενομένης από τον Μίτο της Αριάδνης. Το «Νήμα» είναι η τελευταία δουλειά του Βαγγέλη Παπαθανασίου και παρουσιάζεται για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη, σήμερα: Τετάρτη 21 και αύριο: Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου. Η Georgia Ηλιοπούλου μίλησε  για τις δυσκολίες που έχει η συνεργασία με κορυφαίους καλλιτέχνες και αποκάλυψε ποιος καλλιτέχνης ήθελε να μένει στο απόλυτο σκοτάδι, ποιος απαίτησε να κλείσει η Τσιμισκή για να ψωνίσει και τι ιδιαίτερο ζήτησε η Lady Gaga. Ακόμα εκμυστηρεύτηκε πως γεννήθηκε η ιδέα για το «Νήμα», για ποιον λόγο ο Βαγγέλης Παπαθανασίου όταν άκουσε την πρόταση βυθίστηκε στη σιωπή, ποιο σημείο της παράστασης αποτελεί μία μυσταγωγία με την οποία ξορκίζεται το κακό, αλλά και πώς ξεκίνησε η συνεργασία της Μαίρης Κατράντζου-που επιμελείται τα κουστούμια της παράστασης- με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου. Τέλος μοιράζεται με τη Vwoman πόσο ευτυχής νιώθει που θα δοθεί αυτή η μοναδική ευκαιρία στο κοινό της Βόρειας Ελλάδας να αποδώσει ένα φόρο τιμής στον μεγάλο Έλληνα συνθέτη παρακολουθώντας την τελευταία του δημιουργία, το «Νήμα», σήμερα και αύριο στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης.

Αν και σπουδάσατε νομική στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τις παραγωγές. Τι είναι εκείνο που σας ώθησε να πάρετε τι συγκεκριμένη απόφαση;

Έφτασα στο Παρίσι τη δεκαετία του ‘80 για μεταπτυχιακές σπουδές και έζησα εκεί 8 χρόνια. Ούσα σε νεαρή ηλικία επηρεάστηκα πολύ από τον νέο αυτό για εμένα κόσμο. Έτσι, όταν γύρισα στην Ελλάδα, παρόλο που είχα φύγει με σκοπό είτε να κάνω ακαδημαϊκή καριέρα, είτε να μπω στο διπλωματικό σώμα, κανένα από τα δύο ενδεχόμενα δε με συγκινούσε πια, γιατί ο θαυμαστός κόσμος της τέχνης μου είχε μιλήσει με έναν τρόπο πολύ διαφορετικό.  Έτσι λοιπόν σκέφτηκα ότι δεν θα ήθελα να συνεχίσω πια στον τομέα της νομικής, αν κα τον σπούδασα με μεγάλο ζήλο και έκανα πολλά πράγματα πάνω σε αυτόν, γιατί δεν ήταν η χαρά της ζωής μου. Ενώ η τέχνη ήταν η χαρά της ζωής. Έτσι πήρα τη μεγάλη απόφαση. Ρώτησα τον εαυτό μου τι με κάνει ευτυχισμένη. Η απάντηση ήταν η «τέχνη». Επομένως, σκέφτηκα, με αυτό πρέπει να ασχοληθώ και μάλιστα πρέπει να ξεκινήσω πάλι από την αρχή. Έτσι και έκανα. Γνώριζα τις συναυλίες μόνο ως θεατής. Την απέναντι όχθη δεν την ήξερα και έπρεπε να την ανακαλύψω. Και την ανακάλυψα και μάλιστα μόνη μου, καθώς δεν είχα σκεφτεί ούτε καν να ρωτήσω κάποιον που ασχολείται με αυτόν το χώρο για να δω και να μάθω πως λειτουργεί.

Ομολογώ ότι πήρατε μια γενναία απόφαση.

Η νομική δεν με έκανε χαρούμενη. Δεν με έκανε να αισθάνομαι καλύτερος άνθρωπος. Ενώ, ο τομέας με τον οποίο ασχολήθηκα με κάνει. Αν και είναι ένας πάρα πολύ δύσκολος τομέας ιδίως για μία γυναίκα, γιατί έχει πολλές εντάσεις και ιδιορρυθμίες και έχει να κάνει με πολλά επίπεδα ανθρώπων. Μπορεί και τα νομικά να έχουν πολλές απαιτήσεις, όμως τούτη εδώ η δουλειά χρειάζεται πολύ διαφορετικές δεξιότητες. Πρέπει να αφιερώσεις τη ζωή σου σε αυτή τη δουλειά. Και είναι μια τόσο δύσκολη δουλειά που αν δεν την αγαπάς δεν έχει κανένα νόημα να την κάνεις, γιατί αφενός δεν θα την κάνεις καλά και αφετέρου δεν θα αντέξεις να το κάνεις. Η δημιουργία όμως είναι η λέξη κλειδί.  Και πως την ορίζει ο καθένας μας την έννοια της δημιουργίας. Για εμένα δημιουργία είναι να δίνω χαρά στους ανθρώπους. Να τους κάνω να ονειρεύονται. Να πετάει η ψυχή τους και το μυαλό τους. Αυτό που μου είχε λείψει εμένα σαν παιδί ήθελα να μπορώ να το δώσω στους άλλους.

Μιλήσατε λίγο πριν για τη δυσκολία της συγκεκριμένης δουλειάς.  Ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίζετε;

Στη συγκεκριμένη δουλειά το πιο σημαντικό είναι η λεπτομέρεια στα πάντα. Το να υπογράψεις ένα συμβόλαιο με όλους αυτούς τους μεγάλους καλλιτέχνες είναι το πιο εύκολο μέρος από όλη τη διαδικασία. Από εκεί και πέρα μπορεί να μην κοιμάσαι από τη ημέρα της υπογραφής του συμβολαίου μέχρι και την ημέρα που θα γίνει η εκδήλωση. Και αυτό γιατί οι απαιτήσεις όλων αυτών των καλλιτεχνών είναι στον υπερθετικό βαθμό. Και εσύ είσαι εκεί για να κάνεις τα πάντα να λειτουργήσουν ολα στην εντέλεια. Όταν αυτοί οι τόσο μεγάλοι καλλιτέχνες είναι τόσο περφεξιονιστές στη δουλειά τους, είναι λογικό η απαίτησή τους από εσένα να είναι στο ίδιο επίπεδο. Και όταν μπορείς να έχεις τον καλλιτέχνη σου επί σκηνής ευτυχισμένο και το κοινό στην αρένα ευτυχισμένο, τότε νιώθεις και εσύ ευτυχισμένος γιατί νιώθεις ότι έχεις κάνει κάτι, έχεις δώσει κάτι. Αλλά θα πρέπει να σας αναφέρω ότι οι τομείς είναι άπειροι. Εκτός από τα νομικά, τα φορολογικά, το ταξίδι, τη διαμονή,  τις μετακινήσεις, το marketing, το promotion, μόνο για τα τεχνικά θέματα  της κάθε μίας από τις παραστάσεις είναι θέμα άπειρων meeting με τα μέλη της ομάδας. Και η ομάδα των τεχνικών απαρτίζεται από πολλούς ανθρώπους. Όπως και η ομάδα του marketing . Η ομάδα των δημιουργών επίσης: είναι ο μακετίστας, ο κειμενογράφος, η φωνή που θα επιλεγεί για να εκφωνήσει το κείμενο. Είναι μια σειρά πραγμάτων που χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή, πολύ λεπτομέρεια και πολύ χρόνο.

Φαντάζομαι ότι έχετε ακούσει κατά καιρούς πολλές και περίεργες απαιτήσεις. Πώς το διαχειρίζεστε;

Είναι φυσιολογικό να υπάρχουν αυτές οι απαιτήσεις. Και όσο περνάνε τα χρόνια, αρχίζω να κατανοώ όλο και περισσότερο αυτούς τους ανθρώπους που βρίσκονται διαρκώς σε περιοδείες και ο περισσότερος χρόνος που περνούν δεν είναι στο σπίτι τους, αλλά σε ένα ξενοδοχείο. Εκείνο που θέλουν όλα είναι «ritual as usual». Τα πάντα να είναι ίδια, από το πρόγραμμα που ακολουθούν, μέχρι το σκαλοπάτι ή την πετσέτα που χρησιμοποιούν, για να νιώθουν έστω την ψευδαίσθηση του οικείου. Και είναι πολύ σημαντικό να το κατανοήσει αυτό ένας άνθρωπος που ασχολείται με την οργάνωση. Σκεφτείτε πως νιώθει ένας άνθρωπός που είναι σε περιοδεία επί έναν χρόνο και αλλάζει σχεδόν κάθε μέρα πόλη και δωμάτια ξενοδοχείου. Ότι παράλογο και να ζητάνε είναι και κάπως φυσιολογικό. Όταν ένας καλλιτέχνης κάνει μια πολύ συγκεκριμένη διατροφή γιατί έχει συγκεκριμένες ανάγκες επί σκηνής, δεν πρέπει να το σεβαστείς αυτό; Ναι υπάρχουν και παραλογισμοί. Συνήθως όμως οι παραλογισμοί δεν έρχονται από τους ίδιους τους καλλιτέχνες, αλλά από τους managers των καλλιτεχνών. Συνήθως εκείνοι δημιουργούν τα περισσότερα προβλήματα γιατί προσπαθούν να προβλέψουν τις ανάγκες του καλλιτέχνη τους και  ζητάνε 100 σε περίπτωση που ο καλλιτέχνης ζητήσει το 1. Και εκεί ναι, είναι παράλογα μερικά πράγματα.

Θυμάστε κάποια από τις ιδιαίτερες απαιτήσεις που είχε κάποιος καλλιτέχνης ;

Το 1993 έφερα τον Σβιατοσλάβ Ρίχτε, τον μεγάλο αυτό πιανίστα, στις τελευταίες συναυλίες του στην Ελλάδα- εκ των οποίων η μία ήταν στη Θεσσαλονίκη-. Αυτός ο άνθρωπος ήταν μεγάλος σε ηλικία, άνω των 80 ετών, και η απαίτηση του ήταν στο ξενοδοχείο στο οποίο θα διέμενε να είναι συνεχώς κλειστές οι κουρτίνες. Ήθελε απόλυτο σκοτάδι γιατί συγκεντρωνόταν  μόνο στο απόλυτο σκοτάδι. Είχε μία κλαρινόβα πάντα στο δωμάτιο και απαιτούσε να μην υπάρχουν έργα τέχνης. Από τη στιγμή που η δική του αισθητική ήταν πολύ συγκεκριμένη και από τη στιγμή που δεν μπορούσε να φέρει τα δικά του έργα τέχνης προτιμούσε να έχει ένα κενό τοίχο από οποιοδήποτε δημιούργημα ανθρώπου που θα μπορούσε να τον εκνευρίσει γιατί δεν του άρεσε. Τότε μου είχε φανεί τερατώδες, τώρα το καταλαβαίνω απόλυτα. Ο άνθρωπος αυτός δούλευε πάνω στην κλαρινόβα άπειρες ώρες. Γιατί τίποτα δεν είναι τυχαίο. Δεν μπορείς αν δεν αφιερώσεις άπειρο χρόνο και ένα μεγάλο κομμάτι του εαυτού σου, να γίνεις αυτό που ήταν ο Σβιατοσλάβ Ρίχτε. Και η Lady Gaga είχε πάρα πολλές ιδιορρυθμίες. Ήθελε το καμαρίνι της στο ΟΑΚΑ να είναι όλο ντυμένο λευκό. Αναγκαστήκαμε όχι απλά να βάψουμε όλους τους τοίχους λευκούς, αλλά να τους περάσουμε και με ύφασμα. Τα πάντα στο καμαρίνι ήταν λευκά. Ο καναπές, τα μαξιλάρι, το χαλάκι, ο καθρέφτης . Κάποιος θα μπορούσε να σκεφτεί: «Και τι θα γινόταν αν υπήρχε λίγο χρώμα;» Όμως, εκείνο που κατανοώ, είναι ότι αυτή ήταν η ανάγκη της. Και αυτό έπρεπε να γίνει, όσο χρόνο και ταλαιπωρία  να χρειάστηκε, γιατί δεν μπορώ να ξέρω γιατί χρειάζεται το λευκό. Μπορεί να είναι το λευκό χρώμα εκείνο που της δίνει αρμονία. Ωστόσο θα πρέπει να ομολογήσω πως δεν καταλαβαίνω τους απόλυτους παραλογισμούς.

Ποιος ήταν ο πιο μεγάλος παραλογισμός που έχει απαιτήσει ένας καλλιτέχνης;

Όταν φέραμε τον Jameς Brown στη Θεσσαλονίκη, θυμάμαι ότι είχε την απαίτηση να κλείσει η Τσιμισκή για να πάει να ψωνίσει σε ένα κατάστημα στην πλατεία Αριστοτέλους! Αυτό είναι ο απόλυτος παραλογισμός και δεν μου ήταν καθόλου κατανοητό. Και εκεί θύμωσα και είπα με αυτόν τον κύριο εγώ δε θα συνεργαστώ ποτέ ξανά!

Μέσα από αυτή τη δουλειά κάνατε και πολλούς φίλους. Με έναν από τους συνεργάτες σας που σας συνέδεε μία στενή φιλία ήταν και ο σπουδαίος Βαγγέλης Παπαθανασίου. Πώς ξεκίνησε η συνεργασία σας για τη δημιουργία της παράστασης “Το Νήμα”;

Με τον Βαγγέλη ήμασταν πρώτα φίλοι και μετά συνεργάτες. Η φιλία μας αυτή ήταν που με έκανε να δεχτώ και να ανεχτώ τη συνεργασία μαζί του. Δεν θα σκεφτόμουν ποτέ να δουλέψω με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου. Ήταν ένας πολύ δύσκολος άνθρωπος. Ένας άνθρωπος που είχε κάνει ελάχιστα πράγματα επί σκηνής. Τόσο λίγα και με τόσο μεγάλο κόστος που δεν είχε περάσει ποτέ από το μυαλό μου ότι θα μπορούσα να συνεργαστώ ποτέ με τον Βαγγέλη. Τον Βαγγέλη τον γνώριζα πολλά χρόνια. Τον αγαπούσα και τον εκτιμούσα ως άνθρωπο. Περνούσαμε υπέροχα μαζί. Και ήταν τόσο τυχαίο το γεγονός ότι συνεργαστήκαμε στο «Νήμα». Ξεκίνησα να σκέφτομαι το «Νήμα», χρόνια πριν. Ωστόσο έφτασε “ o κόμπος στο χτένι” όταν άρχισαν να μας βρίζουν εμάς τους Έλληνες όλοι στο εξωτερικό μετά τα capital controls. Θυμάμαι τους φίλους μου να με ρωτούσαν κοροϊδευτικά: «Θα επιστρέψεις στην Ελλάδα, Georgia». Και να τους απαντώ: «Και βέβαια θα επιστρέψω. Στην Ελλάδα μπορούμε να κάνουμε σπουδαία πράγματα και να τα κάνουμε και καλύτερα άμα λάχει από εσάς». Έπρεπε λοιπόν να αποδείξω σε αυτούς πως εμείς και μπορούμε και ξέρουμε και είμαστε ικανοί να δημιουργούμε. Γνώριζα ήδη τον Russell Maliphant, έναν άνθρωπο που ενδιαφέρεστε πάρα πολύ να πηγαίνει στο βάθος των πραγμάτων και να μελετάει πάρα πολύ πριν κάνει κάτι. Έτσι σκέφτηκα πως θα ήταν ο κατάλληλος χορογράφος, μια και η παράσταση που ήθελα να κάνω θα ήταν χορευτική για έναν και μόνο λόγο: ο χορός δεν έχει γλώσσα, είναι η διεθνής γλώσσα. Και άρα εύκολα κατανοητή από όλους σε όλο τον πλανήτη.

Και πως ξεκίνησε να παίρνει μορφή στο μυαλό σας το «Νήμα»;

Στόχος δικός μου ήταν να δημιουργήσω μία παράσταση Ελληνική. Με ταυτότητα Ελληνική που να έχει να κάνει με την παράδοσή μας, αλλά και με το σήμερα της χώρας. Γιατί οι περισσότεροι που επισκέπτονται τη χώρα μας μου λένε: «Georgia, καλά το παρελθόν. Τί κάνετε όμως σήμερα, εκτός από τον ήλιο και τη θάλασσα;» Αποφάσισα λοιπόν να τους δείξω τι άλλο κάνουμε εκτός από τον ήλιο και τη θάλασσα. Στο εξωτερικό γνωρίζουν ελάχιστα για τους παραδοσιακούς μας χορούς, αλλά δεν ήθελα να κάνω μια περιοδεία με το «Λύκειο Ελληνίδων». Αυτό που επιδίωξα είναι μία αναφορά στη διαχρονικότητα του Ελληνικού πολιτισμού. Να χρησιμοποιήσουμε τους Ελληνικούς παραδοσιακούς χορούς ως αφετηρία, έτσι ώστε να τους δείξουμε τι έχουμε πει εμείς οι Έλληνες, πώς το έχουμε πει, τι έχουμε δημιουργήσει, αλλά με έναν τρόπο που να τους είναι και εκείνους  κατανοητός. Γι’ αυτό και επέλεξα έναν ξένο χορογράφο. Για να μιλήσει τη γλώσσα τους και να γίνει κατανοητή η σύνδεση και η διασύνδεση ανάμεσα στη δική μας παράδοση και στο σύγχρονο τρόπο που λειτουργεί τη σήμερον ημέρα. Η δυσκολία ήταν πολύ μεγάλη γιατί το μυαλό μπορεί να σκεφτεί άπειρα πράγματα. Το πως όμως, η σκέψη μπορεί να γίνει δημιουργία είναι κάτι άλλο.

Και η πρόταση στον Βαγγέλη Παπαθανασίου να γράψει τη μουσική της παράστασης το «Νήμα» πότε έρχεται ;

Με τον Βαγγέλη συνδεθήκαμε σε αυτή την πορεία γιατί ήμουν σπίτι του περίπου ένα μήνα πριν του κάνω την πρόταση και βλέπαμε την τελετή που είχε κάνει στο Καλλιμάρμαρο. Εκεί είχε χρησιμοποιήσει πολλά όργανα παραδοσιακά και είχε κάνει ένα μαγικό θέαμα με βάση τους  Κρητικούς και τους  Ποντιακούς χορούς. Κάποια στιγμή περπατώντας στο δρόμο σκέφτηκα ότι ο Βαγγέλης που έχει κάνει αυτό με τους χορούς, μπορεί να τον ενδιαφέρει να ασχοληθεί με τις παραδοσιακές μας μουσικές και χορούς. Του τηλεφώνησα και του εξήγησα τι σκέφτομαι, ρωτώντας αν τον ενδιαφέρει. Στην άλλη άκρη της γραμμής υπήρξε παύση. Μετά από λίγο ο Βαγγέλης απάντησε: «Georgia, εδώ και 30 χρόνια προσπαθώ να κάνω κάτι με τους παραδοσιακούς χορούς και μουσική και ρωτάς αν με ενδιαφέρει; Εννοείται!!» Οπότε κανονίζουμε να πάω το Σαββατοκύριακο στο Παρίσι, όπου βρεθήκαμε και μιλούσαμε ασταμάτητα. Κάπως έτσι ξεκίνησε να δημιουργείται το «Νήμα».

Ποιος είναι ο λόγος που επιλέξατε τον τίτλο «Νήμα» για τη συγκεκριμένη παράσταση. Σχετίζεται με ο αόρατο νήμα που συνδέει παρελθόν και παρόν;

Έχει να κάνει με «Μίτο της Αριάδνης», αλλά και τη διαχρονικότητα. Είναι το νήμα που διατρέχει τις περιοχές, τις αποστάσεις, αλλά και όλους τους λαούς μεταξύ τους. Είναι συμβολικό το «νήμα». Έχει να κάνει με το νήμα που ενώνει έναν άνθρωπο με τον διπλανό του. Το νήμα που ενώνει τον άνθρωπο με το σύμπαν. Το νήμα που ενώνει την Καππαδοκία με τη Ρωμυλία και τον Πόντο. Είναι το νήμα της ζωής του καθενός μας. Ακόμα και για εμένα ήταν αποκαλυπτικό το τι τελικά συμβολίζει ο τίτλος. Το «Νήμα» ξεκίνησε από το «Μίτο της Αριάνδης» για να μας φτάσει στους παραδοσιακούς μας χορούς: στους Μπάλους, στα Τσάμικα, στην «Κυρά-Μαρία», τους «Κουδουνάρηδες του Σοχού». Ο Russell  μελέτησε επί ενάμιση χρόνο για να μπορέσει να κατανοήσει την κίνηση, τον λόγο λειτουργίας αυτής της κίνησης, το τι ήθελε να πει ο καθένας από τους χορούς μας, έτσι ώστε να μπορέσει να φτιάξει μία καινούργια παράσταση από την αρχή με βάση τους παραδοσιακούς χορούς. Και έφτιαξε μία πολύ ιδιαίτερη παράσταση. Την έχω δει 15 φορές και κάθε φορά ανακαλύπτω και κάτι καινούργιο. Είναι τόσο έντονοι οι συμβολισμοί που έχει το «Νήμα», γιατί είναι έντονοι και οι συμβολισμοί στους παραδοσιακούς μας χορούς, τους οποίους όμως, ποτέ μέχρι τώρα δεν είχα σκεφτεί. Ποτέ δεν είχα αντιληφθεί σε τέτοιο βάθος τι συμβολίζει ο Τσάμικος. O Russell έβαλε σε αντιδιαστολή τον Τσάμικο με το σόλο του Τσάμικου και έφτιαξε ένα σύγχρονο σόλο για τον χορευτή του. Έτσι, ο  παραδοσιακός μας χορός προσελήφθηκε και δημιουργήθηκε ένας  νέος χορός. Αλλά και οι «Κουδουνάρηδες του Σοχού» ενθουσίασαν τον Russell σε τέτοιο βαθμό που έφτιαξε ένα πολύ δυνατό διονυσιακό κομμάτι βασισμένο στο χορό τους. Χρησιμοποίησε τα κουδούνια ως ηχητικό και βγήκε ένα αποτέλεσμα τόσο παγανιστικό που νομίζεις ότι ξορκίζεις το κακό επί σκηνής. Επίσης, ο Russell άφησε τους ανδρικούς πολεμικούς χορούς ατόφιους γιατί είναι τόσο δυνατός ο συμβολισμός τους που δεν είχε να προσθέσει κάτι.

Επομένως στο «Νήμα» θα δούμε και κάποιους από τους παραδοσιακούς μας χορούς ατόφιους και νέες χορογραφίες. Θα μπορούσαμε δηλαδή να πούμε ότι πρόκειται για κάποιον διάλογο που τελείται ανάμεσα στο παρόν και στο παρελθόν;

Ακριβώς! Και αυτή ακριβώς είναι και η πρόταση, πρώτα σε εμάς τους Έλληνες που μετά τη δικτατορία περάσαμε ένα διάστημα σνομπάροντας την παραδοσιακή μας μουσική και τους παραδοσιακούς μας χορούς. Ωστόσο, θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω και να δούμε το τι είχαν να μας δώσουν οι πρόγονοί μας. Να συνομιλήσουμε με αυτούς τους χορούς και να πατήσουμε πάνω σε αυτούς και να μπορέσουμε και σήμερα να δημιουργούμε. Και ο Russel το κατάφερε πολύ καλά αυτό. Το ίδιο και ο Βαγγέλης. Τα δε κουστούμια της Μαίρης Κατράντζου είναι θεϊκά. Είναι σα να είναι βγαλμένα από αρχαία Μινωικά αγγεία, με μια φρέσκια και διαφορετική ματιά. Σε αυτή την παράσταση πρέπει να αφεθείς στη μουσική, στην κίνηση και στο φως. Γιατί έχει μία ακόμα ιδιορρυθμία. Παίζει με το σκοτάδι και το φως. Το νήμα σε βάζει από το σκοτάδι στο φως και πάλι στο σκοτάδι για να ξαναβγείς στο φως. Αυτό είναι το νήμα της ζωής. Η παράσταση είναι ένα κύμα. Και ως κύμα εναλλάσσεται ανάμεσα στο αργό και στο γρήγορο, στο πάνω και στο κάτω.

Το μεγαλειώδες «Νήμα» έλαβε διθυραμβικές κριτικές από όλα τα μεγάλα μέσα του εξωτερικού. Ποιο είναι το σχόλιο εκείνο το οποίο ξεχωρίζετε;

Η παγκόσμια πρεμιέρα έγινε στο Λονδίνο και την επόμενη ημέρα όλες οι εφημερίδες έγραφαν: «Η Ελλάδα ξανά στο προσκήνιο». Αυτό ήταν κάτι που δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο με χαροποίησε, γιατί αυτός ήταν και ο στόχος. Μας έδωσαν πολύ ωραίες κριτικές τόσο οι «Times», ο «Guardian», η «Telegraph». Στην πρεμιέρα, στην παράσταση του Λονδίνου, δεν ήμουν εκεί γιατί από το άγχος είχα πάθει αποκόλληση αμφιβληστροειδούς και δεν μπορούσα να ταξιδέψω. Έτσι διάβασα τις κριτικές πριν καν γυρίσουν όλοι και μου πουν τις εντυπώσεις τους για την ανταπόκριση στην παράσταση. Αυτά που διάβαζα ήταν για εμένα το πιο όμορφο πράγμα. Οι πηγαίοι τίτλοι θαυμασμού για τη χώρα μας μέσα από τα σχόλια για αυτή την παράσταση. Και όταν έχεις τέσσερις πολύ μεγάλες προσωπικότητες, τέσσερα πολύ μεγάλα “εγώ”- γιατί και οι τέσσερις είναι κορυφαίοι στο είδους τους- η σύμπραξη αυτή δεν είναι εύκολη και δεν μπορείς να ξέρεις εκ των προτέρων που θα οδηγήσει.

Ποια ήταν, λοιπόν, η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίσατε στη σύμπραξη σας με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου, τη Μαίρη Κατράντζου και τον Russell Maliphant ώστε να πάρει μορφή τελικά το «Νήμα»;

Ο Βαγγέλης δεν ήξερε τη Μαίρη Κατράνζτου. Όταν του πρότεινα τη Μαίρη για συνεργασία, είπε ότι θα πρέπει να έρθει στο Παρίσι για να τη δει, να της μιλήσει και να τη γνωρίσει. Έλα, όμως που η Μαίρη δεν καταλάβαινε τι σημαίνει θα πάω στο Παρίσι να γνωρίσω τον Βαγγέλη Παπαθανασίου. Μου πήρε πάρα πολύ καιρό για να την πείσω ότι ο Βαγγέλης έχει άποψη για τα πάντα και θα της δώσει εκείνος brief για τα κουστούμια και ότι  η συνάντηση δε μπορεί να γίνει με skype, γιατί δε λειτουργεί με skype o Βαγγέλης. Αυτό ήταν ένας σκόπελος. Βέβαια, με το που βρεθήκανε από κοντά «ερωτεύτηκε» ο ένας τον άλλον. Επίσης, κάθε εβδομάδα έφευγαν ένας ή δύο μουσικοί από Ελλάδα για να πάνε να ηχογραφήσουν με τον Βαγγέλη. Όμως, υπήρχαν κάποιες φορές που δεν ηχογραφούσαν τελικά, γιατί ο Βαγγέλης δεν αισθανόταν δημιουργικός και έτσι έπρεπε να ξαναπάμε στο Παρίσι για να ηχογραφήσουμε. Να σας πω επίσης, ότι ο Βαγγέλης ήθελε να φορούν οι χορευτές μάσκες γιατί τον γοήτευαν οι μάσκες. Για τον Russell όμως ήταν αδιανόητο ο σύγχρονος χορευτής να χορεύει με μάσκα. Επίσης, θυμάμαι το χάος όταν πήγα στο Παρίσι να τους παρουσιάσω τις προτάσεις των διαφημιστικών για τον τίτλο. Εκεί ήταν που ήταν όλοι μαζί ήταν εναντίον μου. Κατόπιν εορτής όμως  σκέφτομαι ότι ήταν ωραίες στιγμές, γιατί μέσα από αυτές τις διαδικασίες βγαίνουν τα ωραία πράγματα. Δεν βγαίνει τίποτα όμορφο χωρίς αντιπαράθεση. Και το αποτέλεσμα αυτής της παράστασης, που θα   παρουσιαστεί  σήμερα και αύριο στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, με γεμίζει χαρά. Παράλληλα, είναι ο δικός μας τρόπος να πούμε «αντίο» στον Βαγγέλη Παπαθανασίου, γιατί αυτός ήταν η ψυχή αυτής  της παράστασης.

INFO:

“THE THREAD” – ΤΟ ΝΗΜΑ

Τετάρτη 21 και την Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου, στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης.

ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ

90€ (Διακεκριμένη), 75€ (Α’ Ζώνη), 55€ (Β’ Ζώνη), 35€-25€ (Γ’ Ζώνη), 25€ (Μειωμένης ορατότητας).
Για κρατήσεις εισιτηρίων πατήστε εδώ

Συντελεστές

Πρωτότυπη μουσική | Βαγγέλης Παπαθανασίου

Σκηνοθεσία – χορογραφία | Russell Maliphant

Κοστούμια | Μαίρη Κατράντζου

Φωτισμοί | Michael Halls

Σύλληψη ιδέας | Γεωργία Ηλιοπούλου

Χορεύουν οι: Δελής Δημήτρης, Δημητριάδη Μαργαρίτα, Καραχανίδης Αναστάσης, Καρούτης Χρήστος, Κολοβού Ευφρωσύνη, Λέτσου Μήνα, Μανουκιάν Μαρία, Μπαγεώργος Ηλίας, Παγανός Δημήτρης, Παντελάκη Ειρήνη, Παπακωνσταντίνου Μαρία, Παυλής Θεμιστοκλής, Σπηλιωτοπούλου Ηώ, Σταυρόπουλος Αλέξανδρος, Σχοινοπλοκάκη Μυρτώ, Τσιγγίστρα Μαρία, Χατζηβασιλειάδης Νικόλαος, Χατζηγιαννάκης Θωμάς